Είναι κανόνας αδιαμφισβήτητος. Η αποχή από τις κάλπες ευνοεί το εκάστοτε πολιτικό κατεστημένο. Διότι, πολύ απλά, μόνο αυτό κινητοποιείται, επειδή ενδιαφέρεται για τη συνέχιση της κυριαρχίας του. Με την έννοια αυτή, η μεγάλη αποχή στις τελευταίες εκλογές που έφτασε στο ιστορικό υψηλό του 40%, έδωσε προστιθέμενη αξία στην ψήφο αυτών που προσήλθαν στις κάλπες και δεν ήταν άλλοι από τους σκληρούς κομματικούς. Κατά συνέπεια, η αποχή ως διαμαρτυρία, έφερε το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα από το επιδιωκόμενο.
Διαφαίνεται ότι αυτή τη φορά η αποχή δεν ήταν απόρροια αδιαφορίας αλλά αντίδρασης απέναντι στο αναξιόπιστο και αναποτελεσματικό πολιτικό σύστημα της χώρας, που είτε εκβιάζει με φοβικά διλήμματα, είτε αδυνατεί να αρθρώσει μια σοβαρή εναλλακτική πρόταση. Γι αυτό και όσοι απείχαν της κάλπης υπεραμύνονται της απόφασής τους, ως μιας καθαρής πολιτικής και συνειδητοποιημένης πράξης.
Ωστόσο, ένα μήνυμα έχει αξία μόνο αν φτάσει στον αποδέκτη και μόνο εφ’ όσον εκείνος θελήσει να το ερμηνεύσει σωστά. Αν το αγνοήσει ή – ακόμη χειρότερα – το διαστρεβλώσει, τότε το μήνυμα δεν έχει καμία απολύτως αξία. Δυστυχώς, το μήνυμα της αποχής σ’ αυτές τις εκλογές, δείχνει να πέφτει στο κενό, αφού κανένας δεν δείχνει διατεθειμένος να το αναλύσει στις πραγματικές του διαστάσεις. Ερμηνεύεται κατά το δοκούν και όπως συμφέρει.